- κολύμβηση
- Σύνολο κινήσεων, που επιτρέπει τη μετακίνηση και την επιλογή κατεύθυνσης μέσα στο νερό, τόσο στην επιφάνεια όσο και σε κατάδυση. Με την καθιέρωση ειδικών στιλ η κ. εξελίχθηκε σε αθλητική δραστηριότητα.
Η τεχνική της κ. υποδιαιρείται ανάλογα με τα στιλ· τα καθιερωμένα στιλ είναι τέσσερα: η ελεύθερη κολύμβηση (που ταυτίζεται με το κρόουλ), το πρόσθιο, η πεταλούδα και το ύπτιο.
Κρόουλ. Το στιλ αυτό προϋποθέτει πρηνή θέση του σώματος, με τα πόδια λίγο πιο χαμηλά από τη γραμμή του κέντρου βάρους και εναλλασσόμενη κίνηση των χεριών, συντονισμένη με την κίνηση των ποδιών. Τα πόδια, με στήριγμα τα ισχία, χτυπούν 4-6-8 φορές στην κάθε απλωτή, με κάθετο πλάτος που δεν ξεπερνά τα 30 εκ. ανάμεσα στα δύο πέλματα. Ο κολυμβητής εκμεταλλεύεται την κωπηλατική ενέργεια των πελμάτων του, τα οποία, καθώς ανυψώνονται προς την επιφάνεια, προκαλούν την προώθηση. Τέλος, η λειτουργία της αναπνοής επιτυγχάνεται με κάμψη της κεφαλής σε ευθυγράμμιση με το κορμί και σε θέση ημικατάδυσης λοξά και από το πλάι.
Πρόσθιο. Ονομάζεται επίσης καλλιτεχνικό στιλ και είναι το πιο παλιό, τουλάχιστον απ’ όσα έχουν συμπεριληφθεί σε αγώνες. Το σώμα πρέπει να βρίσκεται σε πρηνή θέση, τελείως τεντωμένο, αλλά όχι αλύγιστο, με ελαφρώς ανασηκωμένο το κεφάλι. Τα χέρια, βυθισμένα στο νερό, ενώνονται μπροστά –όπως στη στάση της προσευχής–, κάνουν κύκλο από τα πλάγια και χαμηλά με πλατειά απλωτή και επανέρχονται στην αρχική θέση περνώντας κάτω από το στήθος. Τα πέλματα στο μεταξύ επαναφέρονται πίσω ενωμένα, με κάμψη των κάτω άκρων, μέχρι να φτάσουν πολύ κοντά στα ισχία. Στη συνέχεια, πέλματα και πόδια ασκούν πίεση στο νερό, με κυκλική προς τα έξω ώθηση, που πραγματοποιείται γρήγορα και με δύναμη. Ανάμεσα στην ολοκλήρωση της κίνησης των ποδιών και στην έναρξη της επόμενης κίνησης των χεριών πραγματοποιείται μια μικρή παύση, κατά την οποία το σώμα γλιστρά με μεγάλη ευχέρεια προς τα εμπρός.
Πεταλούδα. Αποτελεί παραλλαγή της πρόσθιας κ. Συνίσταται κυρίως στην ανάπτυξη της δράσης των ποδιών, καινοτομία την οποία εισήγαγε ο Αμερικανός Χένρι Μάγερς, το 1934, και την εφάρμοσε για πρώτη φορά στους Ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου (1936) ο συμπατριώτης του Τζον Χίγκινς Το πιο εμφανές χαρακτηριστικό, που διαφοροποιεί ωστόσο το στιλ πεταλούδα από το πρόσθιο, είναι η κίνηση των χεριών, η οποία γίνεται έξω από το νερό, στη φάση της επιστροφής μετά την έλξη.
Ύπτιο. Η ύπτια θέση του κολυμβητή διευκολύνει την αναπνοή, η οποία οπωσδήποτε συντονίζεται με τις κινήσεις των χεριών και των ποδιών. Το σώμα πρέπει να είναι τελείως τεντωμένο και να σχηματίζει τη μικρότερη δυνατή γωνία με την επιφάνεια του νερού. Τα ισχία όμως πρέπει να είναι αρκετά βυθισμένα, για να μπορούν τα πόδια να κάνουν αποδοτικές κινήσεις. Η καλύτερη αναλογία των κινήσεων των ποδιών προς τις κινήσεις των χεριών είναι 6 προς 2. Το κεφάλι χρησιμοποιείται περίπου ως τιμόνι και με τη σωστή του θέση διατηρεί το σώμα πάνω στη γραμμή κατεύθυνσης.
Συγχρονισμένη κ. Ομαδικό άθλημα που εκτελείται από δύο ή από οκτώ αθλήτριες. Οι αθλήτριες εκτελούν δύο ασκήσεις μπροστά στους κριτές, μία τεχνική και μία ελεύθερη. Η τεχνική περιλαμβάνει στοιχεία που εκτελούνται σε ορισμένη σειρά με συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, 2’ 20’’ στο διπλό και 2’ 50’’ στο ομαδικό. Η ελεύθερη είναι παρουσίαση μιας σύνθεσης που περιέχει τεχνικά στοιχεία της επιλογής των αθλητριών σε συνδυασμό με χορογραφία, σε συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, 3’ 30’’ στο διπλό και 4’ στο ομαδικό. Και στις δύο περιπτώσεις ο τεχνικός βαθμός είναι το 50% και ο καλλιτεχνικός το υπόλοιπο 50% της συνολικής βαθμολογίας.
Η συγχρονισμένη κ. πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 1890. Ως οργανωμένο αγώνισμα αναπτύχθηκε μετά το 1950 και το 1952 αναγνωρίστηκε από τη Διεθνή Ομοσπονδία Κολύμβησης. Οι πρώτοι διεθνείς αγώνες διοργανώθηκαν το 1955 στις ΗΠΑ. Εντάχθηκε στο επίσημο αγωνιστικό πρόγραμμα των Ολυμπιακών αγώνων το 1984 με το ατομικό και τον αγώνα του διπλού, ενώ το 1996 αντικαταστάθηκε με το ομαδικό των οκτώ αθλητριών.
Κύριοι τεχνικοί κανόνες. Οι κολυμβητικοί αγώνες διεξάγονται σε ειδικές εγκαταστάσεις, για να υπάρχει η εγγύηση τήρησης ορισμένων όρων τεχνικής και περιβάλλοντος (ακύμαντη επιφάνεια, περιεχόμενο και θερμοκρασία του νερού κλπ.), που επιτρέπουν την κανονική διεξαγωγή τους και την επικύρωση ενδεχόμενων ρεκόρ. Για την αναγνώριση των ρεκόρ, είναι απαραίτητο οι αγώνες να διεξάγονται σε κολυμβητήριο μήκους 50 μ. Η επιφάνειά του διαιρείται σε διαδρόμους. Η εκκίνηση γίνεται από έναν βατήρα, σε ύψος μεταξύ 30-70 εκ.
Το πρόγραμμα των Ολυμπιακών αγώνων περιλαμβάνει 26 ατομικούς αγώνες και έξι σκυταλοδρομίες για άνδρες και γυναίκες σε πισίνα 50 μέτρων. Τα ολυμπιακά αγωνίσματα είναι: ελεύθερο 50 μ., 100 μ., 200 μ., 400 μ., 800 μ. (μόνο για γυναίκες) και 1.500 μ. (μόνο για άνδρες)· ύπτιο 100 μ. και 200 μ.· πρόσθιο 100 μ. και 200 μ.· πεταλούδα 100 μ. και 200 μ.· μεικτή ατομική 200 μ. και 400 μ.· σκυταλοδρομίες 4 x 100 μ. ελεύθερο, 4 x 100 μ. μεικτή ομαδική και 4 x 200 μ. ελεύθερο.
Στους αγώνες του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος, που διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια στο μεσοδιάστημα των Ολυμπιακών αγώνων, προβλέπονται, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες, και μεικτές σκυταλοδρομίες 4 x 100 μ., στις οποίες ο κάθε αθλητής ή αθλήτρια καλύπτει τη διαδρομή του με διαφορετικό στιλ.
Ιστορία. Στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου σώζεται η αρχαιότερη ιστορική μαρτυρία για την κ., ένα ανάγλυφο της Νινευί του 1000 π.Χ., στο οποίο απεικονίζονται τρεις πολεμιστές να κολυμπούν, προσπαθώντας να ξεφύγουν από την απειλή τοξωτών. Δύο από τους τρεις πολεμιστές κατορθώνουν να παραμένουν στην επιφάνεια με ασκιά, τα οποία διατηρούν φουσκωμένα με το στόμα, ενώ ο τρίτος ενεργεί ως σύγχρονος κολυμβητής, εφαρμόζοντας το κρόουλ. Στα ομηρικά έπη αναφέρεται λεπτομερής περιγραφή κ. του Οδυσσέα, ενώ παραστάσεις κολυμβητών, ανδρών και γυναικών, συναντώνται σε αγγεία και σε νομίσματα. Μπορεί επομένως να πιστοποιηθεί ότι από τους μακρινούς εκείνους χρόνους ο άνθρωπος γνώριζε ήδη τον μηχανισμό της κ., που βασιζόταν κυρίως στην αναπνοή και στον συντονισμό των κινήσεων, αν και η συμπεριφορά του στο νερό ήταν περισσότερο ενστικτώδης.
Στους αρχαίους λαούς, η κ. αποτελούσε μέρος της στρατιωτικής εκπαίδευσης. Ήταν επίσης πολύ διαδεδομένη στην αρχαία Ελλάδα και θεωρούσαν τη γνώση της ένδειξη μόρφωσης. Στα γυμνάσια υπήρχαν ειδικοί χώροι άσκησης για την κ. Στην Ερμιόνη τελούνταν μάλιστα ετήσιοι κολυμβητικοί αγώνες προς τιμήν του Διονύσου. Οι Ιάπωνες επινόησαν έναν τρόπο να μετακινούνται μέσα στο νερό, με τα γόνατα διπλωμένα και τα χέρια ψηλά πάνω από το κεφάλι, για να μη βρέχονται τα όπλα τους. Οι Ρωμαίοι υποχρέωναν τους λεγεωνάριούς τους να κολυμπούν με τον οπλισμό και τον θωρακισμό τους. Δύο θρυλικοί ήρωές τους, η Κλαιλία και ο Οράτιος Κόκλος, πραγματοποίησαν τους άθλους τους χωρίς να τραυματιστούν, επειδή μεταξύ άλλων ήταν ικανοί κολυμβητές. Κατά την περίοδο της αυτοκρατορίας στη Ρώμη, η κ. απέκτησε ψυχαγωγικό χαρακτήρα, ενώ δημιουργήθηκαν στην πόλη λουτρά και πισίνες, οι οποίες μετατράπηκαν σε κοσμικά κέντρα.
Κατά τον Μεσαίωνα η κ. δεν γνώρισε μεγάλη διάδοση. Υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με κάποιους κολυμβητικούς αγώνες, που πραγματοποιήθηκαν στον Τίβερη, στη Ρώμη. Πληρέστερη είναι η πληροφόρηση σχετικά με τους κολυμβητικούς αγώνες που έγιναν το 1315 στη Βενετία.
Το πρώτο έργο για την κ. εκδόθηκε το 1538 με τον τίτλο Περί κολυμβητικής τέχνης από τον Γερμανό Νίκολας Βίμαν από την Ίνγκολστατ. Στα τέλη του 18ου αι. λειτουργούσε κολυμβητική σχολή στις όχθες του Σηκουάνα, κοντά στο Παρίσι. Ανάλογες πρωτοβουλίες είχαν αναληφθεί και στη Γερμανία, όπου ιδρύονταν δημόσια λουτρά. Την ίδια χρονική περίοδο, ο Ιταλός μοναχός Ορόντσο ντε Μπερνάρντι έγραψε μια πραγματεία με τον τίτλο Ο επιπλέων άνθρωπος ή η σωστή τέχνη της κ.
Το 1833 ο Γερμανός Γκουτς Μουτς διοργάνωσε τους πρώτους αγώνες κ. και καταδύσεων, αλλά χρειάστηκε να περάσουν ακόμα κάποια χρόνια για να λάβει αυτή η πολύ διαδεδομένη δραστηριότητα αθλητικό χαρακτήρα. Στο μεταξύ ο Γερμανός Κλούγκε και ο Γάλλος Ντ’ Αργί –και οι δύο δάσκαλοι κ.– τελειοποίησαν το στιλ πρόσθιας κ. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1850, ορισμένοι Άγγλοι αξιωματικοί μετέφεραν από την Ινδία στην Ευρώπη το over arm side stroke, ένα είδος πλάγιας κ. με το ένα χέρι πάνω από το νερό, το οποίο είχαν διδαχθεί από Ινδούς κολυμβητές στον Γάγγη. Στις 7 Ιανουαρίου 1862 συνήλθαν στο Λονδίνο, στην έδρα του Cerman Cymnasium, οι Ηνωμένοι Μητροπολιτικοί Κολυμβητικοί Όμιλοι, που το 1869 μετονομάστηκαν Ερασιτεχνική Κολυμβητική Ένωση της Μεγάλης Βρετανίας. Με το γεγονός αυτό συμπίπτει και η απαρχή του σπορ της κ. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1873, ο Τράτζεν εγκαινίασε ένα νέο στιλ, το οποίο είχε μάθει κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του από τους κατοίκους των νησιών του Ειρηνικού, και ονομάστηκε προς τιμήν του trugeon. Ο κολυμβητής διατηρούσε πρηνή θέση μέσα στο νερό, τα χέρια εναλλάσσονταν έξω από το νερό και το χτύπημα των ποδιών, από μια ισχυρή πρόσθια κίνηση όπως του βατράχου, μετατρεπόταν σε μια συντονισμένη ενέργεια κλωτσιάς-ψαλιδιού.
Στις πρώτες Ολυμπιάδες συμπεριελήφθησαν και κολυμβητικοί αγώνες, χωρίς όμως τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και τις υποδιαιρέσεις στα διάφορα στιλ, τα οποία καθιερώθηκαν αργότερα, ξεκινώντας από τους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου, το 1908. Εξάλλου, στα τέλη του 19ου αι., το στιλ που έδωσε τη μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη της κ., το κρόουλ, δεν ήταν ακόμα γνωστό· υιοθετήθηκε στις αρχές του 20ού αι.
Η ύπτια κ., που προήλθε και αυτή από την πρόσθια, δέχτηκε μεγάλη ώθηση, με την ευκαιρία των Ολυμπιακών αγώνων της Στοκχόλμης, όταν οι κολυμβητές εφάρμοσαν το ανάποδο κρόουλ. Η πρόσθια, που θεωρείται η αρχαιότερη μορφή κ. ως αγώνισμα, έλαβε οριστικά τα σύγχρονα χαρακτηριστικά της μόλις το 1918, με τους Γερμανούς Ραντεμάχερ και Ζιέτας, ενώ ήδη το 1934 είχε εξελιχθεί στο στιλ πεταλούδα, με πιο γρήγορη κίνηση των ποδιών, που πήρε τη μορφή της κλωτσιάς του δελφινιού.
Το σπορ της κ. ρυθμίζεται σε διεθνές επίπεδο από τη Διεθνή Κολυμβητική Ομοσπονδία Φιλάθλων (FINA), στην οποία ανήκει και η Ελληνική Κολυμβητική Ομοσπονδία Φιλάθλων (ΕΚΟΦ).
Μία από τις πιο αρχαίες απεικονίσεις κολύμβησης σε ένα ασσυριακό ανάγλυφο του Νιμρούδ (9ος αι. π.Χ.) (Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο).
Εκείνο που χαρακτηρίζει το στιλ «πεταλούδα» και την διαφοροποιεί από την πρόσθια κολύμβηση είναι η κίνηση των χεριών έξω από το νερό (φωτ. ΑΠΕ).
Στη συγχρονισμένη κολύμβηση οι αθλήτριες καλούνται να εκτελέσουν δύο είδη ασκήσεων, μια τεχνική και μια ελεύθερη (φωτ. ΑΠΕ).
Στο ύπτιο το κεφάλι του κολυμβητή λειτουργεί σαν τιμόνι και διατηρεί το σώμα στη σωστή κατεύθυνση (φωτ. ΑΠΕ).
Το πρόσθιο θεωρείται η αρχαιότερη μορφή κολύμβησης που έχει συμπεριληφθεί σε αγώνες (φωτ. ΑΠΕ).
Η κολύμβηση εξελίχθηκε σε αθλητική δραστηριότητα με την καθιέρωση των ειδικών στιλ, τα οποία είναι η ελεύθερη κολύμβηση (κρόουλ), το πρόσθιο, η πεταλούδα και το ύπτιο (φωτ. ΑΠΕ).
Στην ελεύθερη κολύμβηση (κρόουλ), το σώμα του κολυμβητή βρίσκεται σε πρηνή θέση· χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου στιλ κολύμβησης είναι η εναλλασσόμενη κίνηση των χεριών με τη συντονισμένη κίνηση των ποδιών, ενώ παράλληλα τα πέλματα δίνουν την απαραίτητη προώθηση στο σώμα (φωτ. ΑΠΕ).
* * *η (AM κολύμβησις) [κολυμβώ]η ψυχαγωγική και αθλητική δραστηριότητα η οποία οφείλεται στη φυσική πλευστότητα τού σώματος και κατά την οποία το σώμα προωθείται μέσα στο νερό με συνδυασμό κινήσεων τών χεριών και τών ποδιών, το κολύμπι («κάθε καλοκαίρι στο νησί γίνονται αγώνες κολύμβησης»)νεοελλ.ζωολ. ενεργός προώθηση τών ζώων μέσα στο νερό ή στην επιφάνειά του.
Dictionary of Greek. 2013.